"Ένα ταξίδι χιλίων μιλίων αρχίζει με ένα βήμα" (Λάο Τσε)

Blog ΨΥΧΟΛΟΓΙΑΣ

Γιώτα Λυμπεροπούλου - Ψυχολόγος / Ψυχοθεραπεύτρια

Υπαρξιακή/Συστημική Προσέγγιση

Υπαρξιακή Θεωρία

Σύντομη ιστορική αναδρομή

Το κίνημα του υπαρξισμού ξεκίνησε στην Ευρώπη λίγο μετά το τέλος του 2ου Παγκοσμίου Πολέμου και γρήγορα μεταλαμπαδεύτηκε στην Αμερική. Οι κύριες μορφές του σύγχρονου φιλοσοφικού κινήματος του υπαρξισμού θεωρούνται οι Jean Paul Sartre και ο Albert Camus. O 2ος Παγκόσμιος Πόλεμος υπήρξε σημαντική αφορμή για μια στροφή στη σκέψη όχι μόνο των φιλοσόφων αλλά και των ψυχολόγων. Η ύπαρξη ενός κινήματος όπως ο Ναζισμός και η ευρεία απήχηση που είχε εκείνη την εποχή στο Γερμανικό λαό προβλημάτισε πολλούς θεωρητικούς. Ήρθαν στο προσκήνιο βασικά ερωτήματα όπως είμαστε τελικά έρμαια του περιβάλλοντος και της ανατροφής μας ή έχουμε ελεύθερη βούληση και ασκούμε το δικαίωμα της επιλογής; που αρχίζει και που τελειώνει η ευθύνη μας για όσα συμβαίνουν γύρω μας; Οι υπαρξιστές φιλόσοφοι πιστεύουν ότι αυτό που κάνει έναν άνθρωπο, άνθρωπο είναι ακριβώς η δυνατότητά του να επιλέγει.
Στον τομέα της Ψυχολογίας, η υπαρξιστική σχολή ξεκίνησε στην Ευρώπη από δύο Ελβετούς ψυχιάτρους, τον Ludwig Binswanger και τον Medard Boss.

Γνωριμία με την υπαρξιστική θεωρία

Η υπαρξιστική ψυχοδυναμική δίνει έμφαση στη σύγκρουση που πηγάζει από τη βαθύτερη επίγνωση των δεδομένων της ύπαρξής μας. Για να μπορέσει ο άνθρωπος να έρθει σε επαφή με τις βαθύτερες εσωτερικές του ανησυχίες χρειάζεται να αφιερώσει χρόνο για τον εσωτερικό του προσωπικό διάλογο. Όσο απλό και αν ακούγεται αυτό, ο σύγχρονος άνθρωπος πολλές φορές φοβάται να μείνει μόνος του και συγχρόνως θεωρεί σπατάλη χρόνου το να ασχολείται με τον εαυτό του και όχι με κάτι «παραγωγικό». Όταν λοιπόν αφιερώνω χρόνο για την αναζήτηση του εσωτερικού μου κόσμου, θα έρθω αντιμέτωπος με τέσσερις βασικές ή «θεμελιώδεις ανησυχίες» που βρίσκονται στη ρίζα της ανθρώπινης ύπαρξης.

Αναλυτικότερα οι τέσσερις βασικές ανησυχίες της ύπαρξής μας

Ο Θάνατος είναι από τους μεγαλύτερους φόβους και αγωνίες του ανθρώπου. Τι θα γίνει θα πονέσω; Τι ακολουθεί μετά; Τι θα απογίνουν οι δικοί μου; Χιλιάδες ερωτήσεις ίσως με τη πιο σημαντική: Τι θα γίνω ένα τίποτα; Οι υπαρξιστές πιστεύουν ότι η ζωή και ο θάνατος συνυπάρχουν. ‘Όσο πιο πλήρως γνωρίζουμε την ύπαρξη του θανάτου, τόσο πιο πλήρως ζούμε τη ζωή και αντίστροφα, όσο πιο πλήρως ζούμε τη ζωή, τόσο λιγότερο φοβόμαστε το θάνατο. Η άρνηση του ενός συνεπάγεται την άρνηση του άλλου. Μια βόλτα στη θάλασσα, μια φιλική συζήτηση είναι στιγμές που αρχίζουμε να εκτιμάμε όταν συνειδητοποιήσουμε ότι αύριο μπορεί να τα χάσουμε. Ενώ στο φυσικό επίπεδο ο θάνατος καταστρέφει το ανθρώπινο σώμα. Στο ψυχικό επίπεδο η ιδέα του θανάτου «μας σώζει».

Η έννοια της Ελευθερίας είναι ένα σημαντικό θέμα της ανθρώπινης ύπαρξης. Συνειδητοποιώντας ότι τη στιγμή του θανάτου εμείς θα πεθάνουμε και κανείς άλλος, αντιλαμβανόμαστε ότι εμείς ζούμε τη ζωή μας τώρα και κανείς άλλος (για τον οποίο πιθανόν «θυσιάζουμε» τη ζωή μας). Μέσα λοιπόν στα βιολογικά και τα ψυχοκοινωνικά όρια που υπάρχουν και πρέπει να αποδεχθούμε, υπάρχουν πάντα πιθανότητες και δυνατότητες επιλογών. Στην υπαρξιστική θεωρία σημαντικό ρόλο παίζει η θέληση και η δύναμη της θέλησης. Για να μπορέσει το άτομο να επιθυμεί χρειάζεται να μπορεί να είναι σε επαφή με αυτό που αισθάνεται 
Τι είναι αυτό που το άτομο θέλει;
Τι είναι αυτό που το άτομο νιώθει στην παρούσα στιγμή;
Ο υπαρξιστικός ψυχοθεραπευτής δίνει μεγαλύτερη έμφαση στο εδώ και τώρα, χωρίς βεβαίως να παραγκωνίζει τη σημασία που έχει το παρελθόν στη δημιουργία εμποδίων που αντιμετωπίζει το άτομο στην πραγματοποίηση των στόχων του στο σήμερα.

Η Μοναξιά είναι ένα ακόμη βασικό θέμα της ύπαρξης. Από τη μια υπάρχει η διαπροσωπική απομόνωση, που βιώνεται σαν μοναξιά και έχει σχέση με την ικανότητά μας να δημιουργούμε κοντινές σχέσεις και κοινωνικές επαφές και από την άλλη υπάρχει η ενδοπροσωπική απομόνωση, που αναφέρεται στην κακή σχέση που έχουμε με τον εαυτό μας. Μέσω της ψυχοθεραπείας, το άτομο προσπαθεί να βελτιώσει την επαφή με τον εαυτό του και έπειτα με τους άλλους. Υπάρχει όμως και η υπαρξιακή απομόνωση που αναφέρεται στην επίγνωση που θα πρέπει να έχουμε ότι γεννηθήκαμε μόνοι και μόνοι θα πεθάνουμε μια επίγνωση που σύμφωνα με τον Fromm αποτελεί και τη βασική πηγή άγχους. Στην προσπάθειά μας να μην αντιμετωπίσουμε αυτό το άγχος δηλαδή να μη νιώσουμε μόνοι καταφεύγουμε σε διάφορες «λύσεις». Κάποιοι για παράδειγμα ερωτεύονται παράφορα έχοντας την αίσθηση ότι είναι ένα με τον άλλο ή άλλοι παραμένουν προσκολλημένοι και αρνούνται να αποχωριστούν σχέσεις που τους παρέχουν ασφάλεια, όπως η μητρική. Η ζωή όμως ενέχει την εξέλιξη η οποία είναι μια διαδικασία συνεχών αποχωρισμών και διαφοροποιήσεων από τους άλλους, ώστε να γίνουμε ο εαυτός μας, να αναπτύξουμε ένα δικό μας εσωτερικό, προσωπικό δυναμικό.
Το τέταρτο βασικό θέμα της ύπαρξης είναι η Έλλειψη Νοήματος στη ζωή. Χιλιάδες ερωτήσεις όπως: Ποιο το όφελος της ζωής μου; Γιατί να ζω; Υπάρχει κανένα νόημα στη ζωή μου που δε θα καταστραφεί από τον αναπόφευκτο θάνατο που με περιμένει; Διάφοροι φιλόσοφοι και ψυχολόγοι δίνουν διαφορετικές απαντήσεις. Η υπαρξιακή έννοια της ελευθερίας προϋποθέτει ότι ο άνθρωπος χρειάζεται να αναλάβει την ευθύνη της αυτοδημιουργίας του και να μη ζητάει προκατασκευασμένα νοήματα.

Η υπαρξιστική ψυχοθεραπεία έχει ως στόχο να βοηθήσει το άτομο να έρθει σε επαφή με το βαθύτερο εαυτό του, να καταλάβει και να συνειδητοποιήσει αυτό που πραγματικά θέλει και καλείται να εκπληρώσει. Εστιάζει στη μοναδικότητα του κάθε ανθρώπου βοηθώντας τον να διαβεί το δύσκολο δρόμο της νοηματοδότησης της ζωής του αντιμετωπίζοντας όλα τα παραπάνω βασικά θέματα για την ύπαρξη του. Ο άνθρωπος δεν μπορεί να αποφύγει να παίρνει αποφάσεις και χρειάζεται να συνειδητοποιήσει και να δεχθεί ότι η απόφασή του για κάτι σημαίνει ταυτόχρονα και την άρνηση κάτι άλλου. Όσο πιο συνειδητά και υπεύθυνα αποφασίζει, τόσο πιο πολύ εκπληρώνει την ανθρώπινη φύση του.



Συστημική Θεωρία

Σύντομη Ιστορική αναδρομή

Η συστημική θεωρία αναπτύχθηκε αρχικά στο χώρο της μηχανικής, της βιολογίας και της φυσιολογίας. Μετά το 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο έφθαναν στους ειδικούς ψυχικής υγείας πολλά αιτήματα για προβλήματα στις οικογένειες. Τη δεκαετία αυτή κάποιοι θεραπευτές άρχιζαν να εγκαταλείπουν την ατομική θεραπεία και να δουλεύουν με οικογένειες.
Μετά το 1950, οι ερευνητές που ασχολούνταν με σχιζοφρενείς ασθενείς, άρχισαν να παρατηρούν την αλληλεπίδραση των σχιζοφρενών με τις μητέρες τους. Παρατήρησαν ότι σε αντίθεση με την επικρατούσα άποψη μέχρι τότε ότι ο σχιζοφρενής αντιδρά μόνο στη δική του κλειστή εσωτερική εικόνα του κόσμου και βρίσκεται «εκτός επαφής» με την πραγματικότητα, ο σχιζοφρενής συμμετέχει ολόψυχα σε ένα πολύπλοκο και διαταραγμένο τύπο επικοινωνίας με τη μητέρα του. Αυτή η σταδιακή μετατόπιση του επίκεντρου των ερευνών από το σχιζοφρενικό άτομο στα πλέγματα αλληλεπιδράσεων μέσα στην οικογένειά του, οδήγησαν στη θεώρηση της οικογένειας ως συστήματος. Έτσι γεννήθηκε η ιδέα ότι αυτό που δεν πήγαινε καλά, ή τουλάχιστον το κυριότερο μέρος του, δεν βρισκόταν στα βαθιά συμπλέγματα του Εγώ και του Υπερεγώ των ατόμων, αλλά τι γινόταν ανάμεσα στους ανθρώπους. Επικεντρώθηκαν δηλαδή στο σύστημα της οικογένειας, στον τρόπο που ήταν οργανωμένη, στον τρόπο που επικοινωνούσαν τα μέλη της, στον τρόπο που ρύθμιζαν τις καθημερινές τους αλληλεπιδράσεις.
Οι ιστοριογράφοι της συστημικής θεωρίας ονομάζουν την περίοδο από το 1950 περίπου μέχρι και το 1980 «Κυβερνητική Α΄ τάξης». Σε εκείνη τη περίοδο, οι θεραπευτές έχουν περισσότερο το ρόλο του παρατηρητή, προσπαθώντας να κατανοήσουν πώς είναι (τη δομή) στην πραγματικότητα ένα σύστημα  π.χ. ποιοι είναι οι κανόνες, ποια είναι τα όρια του συστήματος, πώς λειτουργεί στο εσωτερικό του.  Από το 1980 και μετά έχουμε τη «Κυβερνητική Β΄ τάξης», όπου ο θεραπευτής λογίζεται και εκείνος ως μέρος του πλαισίου το οποίο παρατηρεί και ασχολείται τόσο με τη δομή όσο και τη λειτουργία των συστημάτων. Κάποια ονόματα που χάραξαν το δρόμο για τη συστημική θεώρηση είναι ο Kurt Lewin (θεωρία του πεδίου), ο Jacob Moreno (ιδρυτής του ψυχοδράματος), η Virginia Satir (μητέρα της οικογενειακής θεραπείας), ο Nathan Ackerman , ο John Bowlby, ο Murray Bowen (θεωρία των συστημάτων) ο Robin Skynner και άλλοι.

Γνωριμία με τη συστημική θεωρία

Στα πλαίσια της συστημικής προσέγγισης στη ψυχοθεραπεία και την συμβουλευτική, ο θεραπευόμενος κατανοείται και αντιμετωπίζεται ως μέλος ενός συστήματος που βρίσκεται σε συνεχή αλληλεπίδραση κι «ανταλλαγή» πληροφοριών με άλλα συστήματα (π.χ. της οικογένειας, της σχολικής τάξης, του εργασιακού πλαισίου στο οποίο βρίσκεται…).
Ως Σύστημα γίνεται κατανοητό ένα σύνολο, το οποίο δεν περιλαμβάνει μόνο το άθροισμα των μερών του, αλλά και τη δυναμική σχέση και αλληλεξάρτηση των μερών αυτών. Η λειτουργία του συν-όλου είναι διαφορετική από τη λειτουργία των μερών του.
Η αρχή που διέπει τη φύση είναι πώς κάθε σύνολο (σύστημα) είναι κάτι παραπάνω από το απλό άθροισμα των στοιχείων που το αποτελούν. Αυτό είναι αποτέλεσμα α) της διαφορετικής κάθε φοράς διάταξης των στοιχείων στο χωροχρόνο και β) των ειδικών σχέσεων κάθε φορά που αναπτύσσονται μεταξύ τους. Για παράδειγμα, το σύστημα ενός ζευγαριού δεν ορίζεται μόνο από τον άνδρα και τη γυναίκα αλλά και από τη σχέση που αναπτύσσει το ζευγάρι μεταξύ του, η οποία αλλάζει μέσα στο χρόνο. Ο Ανδρέας έχει σχέση με τη Μαρία και ως ζευγάρι παράγουν τις δικές τους συναλλαγές μέσα στο συντροφικό τους σύστημα. Αν ο Ανδρέας είχε σχέση με άλλη γυναίκα π.χ τη Κωνσταντίνα θα παρήγαγε διαφορετικές συναλλαγές μαζί της μέσα στο συντροφικό τους σύστημα παρόλο που ο Ανδρέας είναι το ίδιο άτομο.

Βασικές έννοιες και αρχές που διέπουν τη λειτουργία των συστημάτων

  1. Η αρχή της ολότητας
Για να δούμε πως «δουλεύει» ένα σύστημα πρέπει να μελετήσουμε τη διαδικασία συναλλαγής μεταξύ των συστατικών στοιχείων του συστήματος και όχι να προσθέσουμε ό,τι συνεισφέρει κάθε μέρος. Αυτό έχει ως συνέπεια ότι η κατανόηση της συμπεριφοράς κάθε στοιχείου δεν μπορεί να κατανοηθεί, χωρίς να γίνουν κατανοητές οι αλληλοεπιδράσεις εντός του συστήματος. Για παράδειγμα, για να δούμε πως λειτουργεί το οικογενειακό σύστημα χρειάζεται να δούμε πως αλληλεπιδρούν στο σύνολό τους τα μέλη της οικογένειας μεταξύ τους.

  1. Η αρχή της κυκλικότητας ή της κυκλικής αιτιότητας
Η συμπεριφορά ενός μέλους συντηρείται από τη συμπεριφορά άλλου ή άλλων μελών. Ένα συγκεκριμένο γεγονός, ή μια συμπεριφορά μπορεί συγχρόνως να είναι αίτιο και αποτέλεσμα είτε δράση και αντίδραση. Για να ερμηνεύσουμε το γεγονός και μάλιστα στα ανθρώπινα συστήματα πρέπει να αποφύγουμε την ερμηνεία του με βάση το αιτιώδες σχήμα αίτιο-αποτέλεσμα αλλά να το εξετάσουμε μέσα στον περίγυρό του. Έτσι μπορούμε να αποφύγουμε αυθαίρετες ερμηνείες αλλά και να προσάψουμε χαρακτηριστικά και ετικέτες σε ένα άτομο, οι οποίες μπορούν εύκολα να οδηγήσουν στιγματισμό αυτού του ατόμου. Για παράδειγμα, ένα παιδί που θυμώνει και γίνεται επιθετικό όταν αντικρίζει τον επικριτικό του πατέρα οδηγεί το πατέρα του να θυμώνει με τη σειρά του και να γίνεται περισσότερο επικριτικός.

  1. Η αρχή της ισοτελεολογικότητας
Σύμφωνα με την αρχή αυτή ένα σύστημα μπορεί να φθάσει στην ίδια τελική κατάσταση ή στον ίδιο στόχο μέσω διαφορετικών αρχικών συνθηκών και διαφορετικών τρόπων. Με άλλα λόγια διαφοροποιώντας τις αρχικές συνθήκες, που κατά ένα τρόπο έχουν παγιώσει συγκεκριμένες συμπεριφορές των μελών ενός ανθρώπινου συστήματος, μπορούμε να αναζητήσουμε εναλλακτικές θετικές ερμηνείες μιας δυσάρεστης κατάστασης, η οποία θα μας βοηθήσει να κάνουμε κάτι διαφορετικό και να αλλάξουμε κάπως την κατάσταση αυτή. Για παράδειγμα, ένα ζευγάρι μπορεί να χρειάζεται τις εντάσεις και τους τσακωμούς για να ακολουθήσει η φάση της συμφιλίωσης και των αγαπητικών του συμπεριφορών ενώ ένα άλλο ζευγάρι μπορεί να καλλιεργεί συνεχώς τη μεταξύ του αγαπητική σχέση μέσα από το διάλογο και τη συζήτηση.
                                       
  1. Η αρχή της ομοιόστασης
Με βάση την αρχή αυτή κάθε σύστημα επιδιώκει να παραμείνει στην κατάσταση, στην οποία βρίσκεται και έτσι να διατηρήσει την ισορροπία του. Η συνεκτική αυτή ιδιότητα των συστημάτων μπορεί να επιτευχθεί μέσα από ένα πλέγμα παρoχής πληροφοριών και ανατροφοδότησης. Αναλύοντας ακόμη την ουσία αυτής της αρχής μπορούμε να ισχυριστούμε ότι όταν συμβαίνουν γεγονότα ή προκαλούνται καταστάσεις, οι οποίες απειλούν τη διατήρηση της λειτουργίας του συστήματος, τότε το σύστημα κινητοποιείται για να διατηρήσει σταθερή την κατάστασή του. Στην περίπτωση αυτή ένα ή περισσότερα μέλη του συστήματος παρουσιάζουν ένα πρόβλημα ή σύμπτωμα. Για παράδειγμα, όταν το γονεϊκό ζευγάρι έχει συνεχώς συγκρούσεις και υπάρχει η απειλή του διαζυγίου, μπορεί το παιδί να παρουσιάσει ένα πρόβλημα (σύμπτωμα) π.χ νυχτερινή ενούρηση για να τραβήξει τη προσοχή των γονιών του, να μειωθούν οι εντάσεις μεταξύ τους με απώτερο στόχο να κρατήσει τους γονείς του ενωμένους.

  1. Οι έννοιες «ανοικτό» και «κλειστό» σύστημα
Και οι δύο έννοιες είναι πολύ σημαντικές για τα συστήματα. Είτε αυτά είναι βιολογικά είτε είναι κοινωνικά. Η ουσιαστική διαφορά μεταξύ τους εστιάζεται στη φύση των αντιδράσεών τους στην αλλαγή και από μέσα και από έξω. Στο ανοιχτό σύστημα τα επιμέρους μέρη διασυνδέονται, ανταποκρίνονται, είναι κάθε ένα ευαίσθητο ως προς τα υπόλοιπα και επιτρέπουν την κίνηση και ανταλλαγή πληροφοριών ανάμεσα στο εσωτερικό και εξωτερικό περιβάλλον τους. Άλλωστε η ανταλλαγή πληροφοριών είναι βασική ανάγκη για όλα τα ζωντανά συστήματα, επειδή προκαλούν αλλαγές στο σύστημα και το προετοιμάζουν για συνεχή προσαρμογή. Τα ανοικτά συστήματα βρίσκονται σε μια διαδικασία ανταλλαγής και συναλλαγής με το περιβάλλον τους.
Σ’ ένα κλειστό σύστημα τα μέρη είναι στο σύνολό τους συνδεδεμένα ή ασύνδετα με άκαμπτο τρόπο. Δεν επιτρέπουν την ανταλλαγή πληροφοριών ούτε από τα έξω προς τα μέσα ούτε από τα μέσα προς τα έξω. Θεωρούνται δυσλειτουργικά συστήματα, και δυσκολεύονται να αλλάξουν τον τρόπο λειτουργίας τους για να προσαρμοστούν στις αλλαγές των αναγκών των μελών τους.
Για παράδειγμα, σε ένα κλειστό οικογενειακό σύστημα μπορεί να ακούγεται η φράση από τους γονείς προς το παιδί «μην εμπιστεύεσαι κανένα όσο σε αγαπούν οι γονείς σου δε σε αγαπάει κανείς άλλος, οι άλλοι θα προσπαθήσουν να σε εκμεταλλευτούν». Σε ένα ανοιχτό οικογενειακό σύστημα μπορεί να ακούγεται η φράση «οι φίλοι είναι σημαντικοί στη ζωή μας και αν κάνουμε κάποια λάθη μαζί τους είναι ευκαιρία για να μάθουμε νέα πράγματα».

  1. H αρχή της εξέλιξης
Σύμφωνα με την αρχή αυτή κάθε έμβιο σύστημα κινείται συνεχώς από μια κατάσταση ισορροπίας σε μια κατάσταση ανισορροπίας και αλλαγής, γεγονός που συνδέεται με τις κυκλικές διεργασίες των συστημάτων. «Η ισορροπία δηλαδή στα συστήματα είναι δυναμική και προκύπτει από τις διαδικασίες αλλαγής του συστήματος. Κάθε ζωντανό σύστημα αλλάζει και εξελίσσεται συνεχώς. Η εξέλιξη είναι απαραίτητη για να προσαρμοστεί το σύστημα στις αλλαγές των μελών του στο εσωτερικό του συστήματος, όσο και στις αλλαγές που συμβαίνουν στο ευρύτερο περιβάλλον». Για παράδειγμα, ο έφηβος που ετοιμάζεται να σπουδάσει μακριά από τους γονείς του θα βιώσει έντονη εσωτερική ανισορροπία εγκαταλείποντας την οικογενειακή εστία, μια αποσταθεροποίηση όμως απαραίτητη για την προσωπική του εξέλιξη.
                                               
  1. Η επικοινωνία
Η αλληλεπίδραση μεταξύ των ατόμων ενός συστήματος ως κεντρική συστημική έννοια έχει ως συνακόλουθο την επικοινωνία μεταξύ των μελών του συστήματος είτε αυτή είναι λεκτική είτε μη λεκτική. Η γλώσσα που χρησιμοποιούμε αναπαράγει συχνά και αθέλητα σχέσεις αιτιότητας δηλαδή το πώς ονομάζουμε τα φαινόμενα ή τα προβλήματα (π.χ. ασθένεια), ο τρόπος που μιλάμε γύρω από αυτά. Η γλώσσα είναι αυτή που συνυφαίνει την πραγματικότητά τους. Για παράδειγμα, αν μια οικογένεια μιλάει συνεχώς για το προβληματικό της παιδί είναι που πράγματι μέσα από τη γλώσσα που χρησιμοποίει το καθιστά «προβληματικό».

Ο Συστημικός θεραπευτής μαζί με το θεραπευόμενο αποτελούν το ψυχοθεραπευτικό σύστημα γι’ αυτό δεν παραμένει αμέτοχος από τη θέση του παρατηρητή - ειδικού αλλά προσπαθεί να καλλιεργήσει μια ατμόσφαιρα βαθιάς ενσυναίσθησης, αποδοχής  και αυθεντικότητας στη σχέση που αναπτύσσεται ανάμεσα σ’ αυτόν και τον θεραπευόμενο. Μέσα από τη συστημική θεώρηση το άτομο γίνεται αντιληπτό ως μέρος ενός ευρύτερου συνόλου με υποσυστήματα (οικογένεια, φίλοι, εργασία…) που συνδιαλέγεται και αλληλεπιδρά. Ο συστημικός θεραπευτής προσπαθεί να κινητοποιήσει το άτομο να παράγει λύσεις μέσα από διαφορετικούς τρόπους α) να προκαλέσει νέες διαδικασίες (νέες καταστάσεις) β) να αξιολογήσει τις υφιστάμενες καταστάσεις με διαφορετικό τρόπο (θετική αναπλαισίωση) γ) να αποδεχθεί ότι κάποιες καταστάσεις δεν αλλάζουν και να επεξεργαστεί πώς να τα καταφέρει (αποδοχή του μη μεταβλητού).


Βιβλιογραφία
  1.    Ασημάκης Π.(1999). Σύγχρονες Ψυχοθεραπείες στην Ελλάδα – Από τη θεωρία στην εφαρμογή. Ασημάκης Π.
  2.    Ρόλο Μαίη (1980). Υπαρξιακή Ψυχολογία.Επίκουρος
  3.   Arist Von Schlippe & Jochen Schweitzer (2008). Εγχειρίδιο της Συστημικής Θεραπείας και   Συμβουλευτικής. University Studio Press
  4.    Carl A. Whitaker & Augusts Y. Napier (2006). Οικογένεια, μαζί όμως Αλλιώτικα. Κέδρος
  5.    Goldenberg I. & Goldenberg H. (2005).  Οικογενειακή θεραπεία. Ελληνικά Γράμματα